Λυκουρία — Λυκουρίᾱ , Λυκουρίη fem nom/voc/acc dual Λυκουρίᾱ , Λυκουρίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λυκουρίας — Λυκουρίᾱς , Λυκουρίη fem acc pl Λυκουρίᾱς , Λυκουρίη fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λυκουρίαν — Λυκουρίᾱν , Λυκουρίη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αζανία — Δύο χώρες της αρχαιότητας. 1. Περιοχή της ΒΔ Πελοποννήσου που κάλυπτε περίπου την περιοχή των σημερινών Καλαβρύτων και ονομάστηκε έτσι από τον Αζάνα, τον γιο του βασιλιά Αρκάδα. Σημαντικότερες πόλεις της περιοχής ήταν ο Κλείτωρ (από το όνομα του… … Dictionary of Greek
Φανεού λεκάνη — Λεκάνη της Κορινθίας, μεταξύ Ολίγυρτου και Ζήριας, όπου υπάρχει η αποξηραμένη σήμερα ομώνυμη λίμνη. Η λίμνη αυτή χαρακτηριζόταν από τις περιοδικές αυξομειώσεις της, οι οποίες σχετίζονταν προς τις κλιματικές μεταβολές. Το 1829 είχε βάθος 40 50 μ.… … Dictionary of Greek